Σήμερα με έπιασε λύσσα για δύο πράγματα: να βρώ όσους περισσότερους στίχους, lyrics επί το ελληνικότερον, και για θάλασσα. Το πρώτο φαίνεται και στο μπλογκ, άλλωστε...
Αφού τελείωσα από αυτό τα δίπλωσα όλα (τι φράση και αυτή! τι να διπλώσεις, το pc; labtop δεν υπάρχει), μπήκα στο αμάξι και την έκανα για να καταλήξω στην συνηθισμένη μου παραλία.
Εγώ, οι εργάτες που φτιάχνουν εστιατόρια, τουαλέτες κα λοιπά- προετοιμασία για την επέλαση του καλοκαιριού -και δυοτρεις περιπατητές.
Αυτό θέλω και εγώ: να περπατήσω στην παραλία μέχρι να νιώσω τα πόδια μου έτοιμα να λιώσουν. Ξεκινώ προς την μία πλευρά, που καταλήγει σε ένα εκτρωματικό φράχτη τριγύρω από ένα ηλεκτροπαραγωγό σταθμό. Βάζω και τα ακουστικά του χαντσφρι (είχες και στο χωριό σου χαντσφρι; που οι εποχές "παρακαλώ το δωμάτιο 422, πεστε του να πάρει την Ιωάννα!") στα αυτιά και προχωρώ. Στα δεξιά μου η θάλασσα, στα αριστερά μου η παραλία και ακόμα αριστερότερα ο δρόμος.
Με την άκρη του ματιού μου ανιχνεύω κίνηση σ'ένα κόκκινο αμάξι παρκαρισμένο μπροστά από ένα λοφίσκο. Κοιτάω καλύτερα: μία κάτασπρη πλάτη, με δύο χέρια περασμένα τριγύρω της, να ανεβοκατεβαίνει αργά! "Τους μπαγάσες", σκέφτομαι, "ακόμα μέρα είναι, δεν μπορούσαν να βρούν κάπου πιο ασφαλισμένα; Περνάει κόσμος από εδώ."
Ξανακοιτάω μπροστά μου και συνεχίζω, μέχρι που φτάνω στο τεχνητό τέρμα. Επί τόπου στροφή. Καθώς ετοιμάζομαι να ξεκινήσω βλέπω ένα ιστιοφόρο στον ορίζοντα. Εκείνη την ώρα ανεβαίνει αέρας και το ιστιοφόρο φαίνεται να τρέχει επάνω στα κύματα. Συντονίζω το βήμα μου με την ταχύτητά του και ξεκινώ. Ο καιρός την μία μουντός, με ασπρόμαυρα σύννεφα να σκοτεινιάζουν απότομα το τοπίο, και μετά από μερικά λεπτά ήλιος, καλμάρει και ο αέρας, παράδεισος.
Φτάνω πάλι απέναντι από το κόκκινο αμάξι. Το αγόρι φαίνεται από το στήθος και επάνω, αφοσιωμένο στο έργο του, δεκάρα δεν δίνει αν έξω γίνεται διαδήλωση.
Ανάβω το ραδιόφωνο του κινητού και ψάχνω μπας και πετύχω κάνα σταθμό της προκοπής. Άδικος κόπος, το ήξερα εκ των προτέρων.
Με το που κλείνω το ραδιόφωνο η ματιά μου πέφτει επάνω σε ένα σκαλισμένο στην άμμο δελφίνι! Κανονικά, με το πτερύγιο, την ουρά και ένα κομματάκι φλούδα πορτοκαλιού για μάτι να με κοιτάει! Αναθεματίζω την γ-----νη την τύχη μου που το τηλέφωνο δεν έχει ενσωματωμένη κάμερα να το απαθανατίσω, το περιεργάζομαι μερικά λεπτά και συνεχίζω.
Ενστικτωδώς γυρνάω ο κεφάλι μου προς την θάλασσα. Ευτυχώς το ιστιοφόρο είναι εκεί, συνεχίζει την- παράλληλη με την ακτή -πορεία του. Το νιώθω κοντά μου, φίλο και σημάδι ότι η ώρα της αναχώρησης πλησιάζει.
Με την άκρη του αριστερού μου ματιού καρφωμένη στο ιστιοφόρο συνεχίζω την πορεία μου. Μια κοπελιά με σορτσάκι, κοντομάνικο t-shirt και κατακόκκινο πρόσωπο περνάει από απέναντί μου και συνεχίζει το jogging της. Στα δεξιά μου τεράστια εκτρώματα, σπίτια, ενοικιαζόμενα, ξενοδοχεία. Σε κάποια μάλιστα ποτίζουν το γκαζόν! Ο άνεμος φέρνει κοριτσίστικες, χαρούμενες φωνές. Μία παρέα κυνηγιέται αναμεταξύ της, φτάνουν πίσω από ένα σπίτι, χάνονται και οι φωνές τους αργοσβήνουν.
Μπροστά από το μεσαίο από τρια τέρατα-ξενοδοχεία, με συντριβάνι, νεροτσουλήθρα και "parachute for the three of you!" μία παρέα κοστουμαρισμένων (!!!) ανδρών και γυναικών, έξι ή εφτά άτομα, συζητά στα αγγλικά.
"You're right my dear, the weather is fine." "We should go for dinner" (dinner στις έξι το απόγευμα, μην χέσω!). "Good idea, we can find a Chinese restaurant. Oh, I forgot to ask you, do you like Chinese? If you don't we can ask the receptionist about an Italian restaurant."
Η διάθεσή μου κρύβεται στα τρίσβαθα της ψυχήσ μου, γι'αυτό αποφασίζω να γυρίσω πίσω στο αμάξι. Μία ξανθιά, ψηλή γυναίκα, ξυπόλητη και αυτή και το κατάξανθο κοριτσάκι της περπατάν επάνω σε ένα βράχο γεμάτο λακκουβίτσες.
Φτάνω στο αμάξι αιγοψυθιρίζοντας
γλυστράς μες την ομίχλη
παράξενων καιρών
φωσφορικό καράβι
των επάνω θαλασσών.
Καταχνιά σκεπάζει το φεγγάρι που φάνηκε ήδη στον ουρανό, να συγκατοικεί με τον ήλιο, που ακόμα δεν είπε την τελευταία του λέξη.
Αφιερωμένο στην Ιωάννα,
Που επιμένει να μην με πιστεύει
Και να με βρίζει σαν νταλικέρης
Που τον έπιασε σφίξιμο
Λίγο πριν τα διόδια!